Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

Χρόνια 90 & 10

... συμπληρώνονται αντίστοιχα το 2015 από τη γέννηση και την εκδημία του ιατρού-ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη, γεννημένου σαν σήμερα το 1925 στη Θεσσαλονίκη (με καταγωγή από το νομό Ρεθύμνης), ο οποίος ανήκει γραμματολογικά σους ποιητές της α' μεταπολεμικής γενιάς, φυλακίστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο και αποφυλακίστηκε το 1951, ενώ απεβίωσε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2005. Στίχοι του έχουν μελοποιηθεί, επίσης. Ποιητής της λεπτής πικρής ειρωνείας και των παρενθέσεων...
Ο ποιητής
 (πηγή φωτό)
*
Αποσπάσματα από το έργο του, αγαπημένα σπαράγματα :

Απροσδιόριστη Χρονολογία 
   

Αυτή η μέρα πέρασε χωρίς καμιάν απόχρωση
Τόσο διαφορετική από τις άλλες μέρες
(Ίσως η απαρχή ομοίων ημερών)
Έσβησεν έτσι ανάλαφρα όπως ήρθε
Χωρίς να παιχνιδίσει ο ήλιος στα κλαδιά
Τράβηξε τις κουρτίνες της με διάκρισην η νύχτα.…
Ίσως —λες— πως δεν ήτανε καν μια μέρα
Μόνο που σήμερα φωνάζουν αρνητικά οι αριθμοί
 Το ρολόι γυρισμένο ένα ακόμα εικοσιτετράωρο
—Λες— πως περάσαμε ασυνείδητα τα μεσάνυχτα
Έναν ολόισιο ασφαλτοστρωμένο δρόμο.
 

Θά ’ρθει μια μέρα που δε θα ’χουμε πια τί να πούμε

Θα καθόμαστε απέναντι και θα κοιταζόμαστε στα μάτια

Η σιωπή μου θα λέει: Πόσο είσαι όμορφη, μα δε βρίσκω άλλο τρόπο να σ’ το πω
Θα ταξιδέψουμε κάπου, έτσι από ανία ή για να πούμε πως κι εμείς ταξιδέψαμε.
 *
Ο κόσμος ψάχνει σ’ όλη του τη ζωή να βρει τουλάχιστο τον έρωτα, μα δε βρίσκει τίποτα.
Σκέφτομαι συχνά πως η ζωή μας είναι τόσο μικρή που δεν αξίζει καν να την αρχίσει κανείς.
Μια μέρα, ας ήτανε, να φύγω μακριά σου αλλά κι εκεί θά ’ρθεις και θα με ζητήσεις 
Δεν μπορεί, Θε μου, να φύγει κανείς ποτέ μοναχός του.
*
13.12.43

Χτυπώ τους τοίχους της υγρής φυλακής μου και δεν προσμένω απάντηση
Κανείς δεν θ’ αγγίξει την έκταση της στοργής και της θλίψης μου.

*
Οι νικημένοι


Ξέρεις πως θά ’ρθει μια μέρα που θα φορέσουμε αλογάριαστα ολόγυμνοι τον εαυτό μας
*
Επιτάφιον


Εδώ αναπαύεται

Η μόνη ανάπαυση της ζωής του

Η μόνη του στερνή ικανοποίηση
Να κείτεται μαζί με τους αφέντες του
Στην ίδια κρύα γη, στον ίδιο τόπο.
*
Πέντε μικρά θέματα 
I


Μες στην κλειστή μοναξιά μου
Έσφιξα τη ζεστή παιδική σου άγνοια
Στην αγνή παρουσία σου καθρέφτισα τη χαμένη ψυχή μου.
III
Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
 Κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
Νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή
Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
Κάμε να σ’ ανταμώσω, κάποτε, φάσμα χαμένο του πόθου μου
 Κι εγώ ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ κρατώντας
Ακόμα μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες.

(Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς
Να γνωρίζω κανένανε κι ούτε
Κανένας με γνώριζε).

*
Ο Πόλεμος


Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!

Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.

Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!
*
Γιατί δεν πεθαίνουνε πια αυτές οι μέρες που μας λεηλάτησαν τόσο;

*
Εποχές 2


Κι είχαμε ακόμα πολλή πίκρα πολλή μνήμη πολλή νόηση

Κι η αγάπη είναι πάντα όμορφη ακόμα κι όταν δεν ψιθυρίζει παρά με δυο αβέβαια ανήσυχα χείλη

 -
Άνθρωποι πάντα βιαστικοί μέσα στους άσκοπους δρόμους προφασιζόμενοι κάποιο μεγάλο σκοπό
 -
Άλλοτε πάλι αυτοί οι άνθρωποι ερωτεύονται παράξενα πολύ
Ανιχνεύουνε τη συμφορά μέσα στην πιο ευτυχισμένη τους ένταση
-
Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους…
 -
Φτάνουμε μέρες που δεν έχεις πια τί να λογαριάσεις
Συμβάντα ερωτικά και χρηματιστηριακές επιχειρήσεις
 Δε βρίσκεις καθρέφτες να φωνάξεις τ’ όνομά σου
Απλές προθέσεις ζωής διασφαλίζουν μιαν επικαιρότητα
Ανία, πόθοι, όνειρα, συναλλαγές, εξαπατήσεις
Κι αν σκέφτομαι είναι γιατί η συνήθεια είναι πιο προσιτή από την τύψη.
-

Μα ποιός θά ’ρθει να κρατήσει την ορμή μιας μπόρας που πέφτει;

Ποιός θα μετρήσει μια μια τις σταγόνες πριν σβήσουν στο χώμα;

Πριν γίνουν ένα με τη λάσπη σαν τις φωνές των ποιητών;

Επαίτες μιας άλλης ζωής της
Στιγμής λιποτάχτες
Ζητούνε μια νύχτα απρόσιτη τα σάπια τους όνειρα.

-

Γιατί η σιωπή μας είναι ο δισταγμός για τη ζωή και το θάνατο.
-
Πλήθος ενέδρες της ζωής παραμονεύουν την πτώση σου
-
Όμως εγώ δε φοβούμαι τον άνεμο που μπαίνει απ’ τα σπασμένα παράθυρα   
Ζήτησα μια καινούρια βλάστηση σ’ ανεξερεύνητες περιοχές
Ν’ ακούσεις σιμά μια φωνή, όχι τις κρύες κραυγές στους άγνωστους δρόμους.
*
Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω

 Που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει

Δρασκελώντας τη μια άκρη ώς την άλλη

Γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.




Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.

*
(Γιατί η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε, αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας).
*
Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.

*

Κάτω από καθετί που σου σκεπάζει τη ζωή

Όταν όλα περάσουν—


Σε περιμένω.
*

Ποιητική

–Το τί δεν πρόδωσες εσύ να μου πεις

Εσύ κι οι όμοιοί σου, χρόνια και χρόνια,

 Ένα προς ένα τα υπάρχοντά σας ξεπουλώντας

 Στις διεθνείς αγορές και τα λαϊκά παζάρια
Και μείνατε χωρίς μάτια για να βλέπετε, χωρίς αυτιά
Ν’ ακούτε, με σφραγισμένα στόματα και δε μιλάτε.
Για ποιά ανθρώπινα ιερά μάς εγκαλείτε;



Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις

 Να μην τις παίρνει ο άνεμος. 
*
Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια   
Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί

Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο

Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια 

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ

Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,

Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω

Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας. 

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.
*

Ο ουρανός



Πρώτα να πιάσω τα χέρια σου

Να ψηλαφίσω το σφυγμό σου

Ύστερα να πάμε μαζί στο δάσος
Ν’ αγκαλιάσουμε τα μεγάλα δέντρα…
*
Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.


Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται η Τράπεζα Συναλλαγών 

—εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι, αυτός συναλλάσσεται—
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
—εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν—
 Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησιές
  
Η Ελλάς των Ελλήνων.
*
Απολογία νομοταγούς
...
Γράφω ποιήματα άνετα και αναπαυτικά για όλες τις λογοκρισίες

Αποστρέφομαι τετριμμένες εκφράσεις όπως: σαπίλα ή καθάρματα ή πουλημένοι 

Εκλέγω σε πάσα περίπτωση την αρμοδιότερη λέξη

Αυτή που λέμε «ποιητική»: στιλπνή, παρθενική, ιδεατώς ωραία.

Γράφω ποιήματα που δεν στρέφονται κατά της καθεστηκυίας τάξεως.


*

ΥΓ


Δεν ήταν δειλός γιατί είχε συναίσθηση της δειλίας του.

 (Γηράσκω αεί αναθεωρών)

Δεν έφταιγεν ο ίδιος. Τόσος ήτανε. 

Δυο κατηγορίες πάντα: οι δρώντες και οι θεατές. 
Τόση κακότητα εν ονόματι του ανθρωπισμού!
Έλπιζες από απελπισία.
*
        ΄Οπως έγραψε ο Ν. Βαγενάς ένας στρατευμένος  που να διοχετεύει τόσο λίγα από τα στοιχεία της ιδεολογικής του ταυτότητας στο ποιητικό του έργο. Δείτε την Εργοβιογραφία και διαδικτυακά το ποιητικό του έργο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: