Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

Ύφος

Ύφος : ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο ο ομιλητής/συγγραφέας / ποιητής εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του στο έργο του.
       Σχετίζεται άμεσα με τις γλωσσικές επιλογές στη σύνταξη και τη γραμματική, τα σχήματα λόγου, το λεξιλόγιο, τα σημεία στίξης, τα ρηματικά πρόσωπα (αφήγησης) , το μακροπερίοδο ή μικροπερίοδο λόγο  (κοφτές απλές προτάσεις ή σύνθετη υποτακτική σύνδεση) κ.α.
   *
      Το ύφος ενός κειμένου μπορεί να χαρακτηριστεί (και ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται ένα λογοτέχνης ή ομιλητής ή συντάκτης, αλλά και ανάλογα με τον τρόπο πρόσληψης του λόγου από τον αναγνώστη ή τον ακροατή) με διάφορα επίθετα ή χαρακτηρισμούς. Ενδεικτικά ως:
  • γλαφυρό ύφος, παραστατικό (= ζωντανό) : περιγραφή με  πολλά καλολογικά στοιχεία (επίθετα, εικόνες, σχήματα λόγου = περίτεχνο ύφος: πιο πλούσιο από το παραστατικό)   ≠    ξηρό, επίπεδοχωρίς περιττά καλολογικά στοιχεία.  
  • πυκνό ύφος : μόνο τα πιο ουσιώδη χαρακτηριστικά, χωρίς πολυλογίες, έκφραση με τη μέγιστη οικονομία λέξεων    χαλαρό ύφος.
  • σκοτεινό ύφος:  περιγραφή/αφήγηση κάπως δυσνόητη, από την οποία δύσκολα βγάζουμε νόημα. 
  • λεπτό ύφος : επιδιώκει να αναλύσει λεπτές ψυχικές καταστάσεις και συγκινήσεις,  να αποδώσει δυσδιάκριτες διαφορές με λεξιλόγιο, φράσεις και σχήματα που δείχνουν μεγάλη καλλιέργεια και δεξιοτεχνία. 
  • υψηλό ύφος : απόδοση γεγονότων αρετής, ήθους  ανθρώπων πολύ πιο ψηλά από το συνηθισμένο επίπεδο, ευρύτητα λόγου, κείμενο πλούσιο σε εικόνες
  • απλό ύφος : απλά λόγια, φυσικότητα, χωρίς περίπλοκα σχήματα λόγου και σύνταξη, με λιτότητα.
  • λιτό:  κυριαρχία παρατακτικής σύνδεσης, ή ασύνδετου σχήματος, χωρίς πολλά καλολογικά στοιχεία.
  • ευθύ ή ειλικρινές ύφος    προσποιητό ύφος : παρουσιάζεται  με άλλο πρόσωπο απ' ό,τι είναι πραγματικά. 
  • αφελές ύφος , παιδικό (αφηγητής μικρής ηλικίας)  ή παιδιάστικο (που μιμείται ή θυμίζει παιδί)
  • σοβαρό ή σεμνό ύφος :  χωρίς άσεμνες λέξεις και φράσεις, με κομψότητα και  χάρη, χωρίς τάσεις επίδειξης.
  • προσβλητικό ή αγενές ύφος
  • επιτηδευμένο ύφος:  επιτήδειο, υπερβολικά προσεγμένο    ανεπιτήδευτο, φυσικό
  • εξεζητημένο ύφος:  υπερβολή του επιτηδευμένου, τάσεις επίδειξης και υπερβολής, με εκφραστικές ακρότητες. Βαρύγδουπες λέξεις, ρητορισμός, διαδοχική υπόταξη, πλούσιο λεξιλόγιο.
  • υποβλητικό ύφος: ύφος που εκφράζει συναισθηματικές και ψυχικές καταστάσεις με τρόπο υπαινικτικό και έντονο, όχι ακριβή και πλήρη.
  • οικείο, άμεσο :  χρήση καθημερινού λεξιλογίου, α΄  και β΄  προσώπου (ειδικά όταν δεν απευθύνεται σε κάποιον αλλά στον αναγνώστη), παράταξης και ασύνδετου σχήματος.
  • ζωντανό : χρήση παραδειγμάτων, διαλόγου, ευθέος λόγου, ρητορικών ερωτήσεων, μεταφορών, εικόνων, παρομοιώσεων, ενεργητικής σύνταξης, κτλ.
  • λυρικό:  ποιητική λειτουργία του λόγου, συνυποδηλώσεις, επίκληση στο συναίσθημα, ωραία εικονοποιία
  • σαφές/ακριβές :  ακρίβεια, σαφήνεια, πλούτος λεξιλογίου, χρήση της υπόταξης με μέτρο.
  • επίσημο: σπάνιες λέξεις (ή και ειδική ορολογία), όχι καθημερινό λεξιλόγιο, μόνο δόκιμες λέξεις, τριτοπρόσωπος λόγος, παθητική σύνταξη, κυριαρχία της επίκλησης στη λογική.
  • χαλαρό: Λίγες σχετικά σκέψεις, συνειρμικά συνδεδεμένες, παρεκβάσεις, επαναλήψεις.
  • φροντισμένο:   οργάνωση των σκέψεων, έλλειψη πλατειασμών, συγκροτημένος λόγος (με συνοχή και συνεκτικότητα).
  • χιουμοριστικό/παιγνιώδες: διάθεση χιουμοριστική και φιλοπαίγμων, ψυχαγωγικός χαρακτήρας.
  • πνευματώδες: έξυπνο, εύστοχο, ζωηρό.
  • σαρκαστικό: έντονη χρήση ειρωνείας.  Αυτοσαρκαστικό:  όταν η ειρωνεία στρέφεται στον ίδιο τον ομιλητή, αφηγητή, συγγραφέα.
  • εξομολογητικό: παρελθοντικοί χρόνοι, αναδρομές, αφήγηση σε α' πρόσωπο.
  • διδακτικό:  παροχή πληροφοριών, υποδείξεις, συμβουλευτικός ρόλος
Και μερικοί συγκεντρωμένοι χαρακτηρισμοί :
      πυκνό, μεστό  (= πλούσιο), σύνθετο, στομφώδες (= με μεγάλα λόγια, υψηλό, εξεζητημένο, επιτηδευμένο), επιστημονικό, τυπικό (= απρόσωπο, ψυχρό, αποστασιοποιημένο), επίσημο, λυρικό,  ευαίσθητο (= με εικόνες γλυκύτητας και συναισθηματισμού), διδακτικό, απλό, φυσικό (= καθημερινό, ανεπιτήδευτο), λιτό, χαλαρό, οικείο, περίτεχνο, παραστατικό, ειρωνικό, σαρκαστικό, καυστικό (=με έντονα επικριτικά σχόλια, δηκτικό), χιουμοριστικό, περιπαικτικό (=κοροϊδευτικό) , σκωπτικό (έντονα κοροϊδευτικό), εμφαντικό (=με έμφαση), εξομολογητικό, αλληγορικό, στοχαστικό, αφελές,
νοσταλγικό, τρυφερό, μελαγχολικό  κ.α...

Αυτά... Το χρωστούσα σε ένα τμήμα τουλάχιστον, ελπίζω να δουν τις σημειώσεις...

Δεν υπάρχουν σχόλια: