Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

επετειακό Παπαδιαμάντη


3 Ιανουαρίου 1911  αφήνει την τελευταία του πνοή στο ταπεινό σπίτι του στην αγαπημένη του νήσο Σκιάθο ο κοσμοκαλόγερος των ελληνικών γραμμάτων Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Μόνος, ταπεινά και άσημα, αδιάφορα για το κοσμικό μας φρόνημα σε ηλικία 60 ετών 
(103 έτη από την εκδημία του).
Μια αποστροφή του λόγου του από την εισαγωγή στο διήγημά του Λαμπριάτικος Ψάλτης (1893) συνοψίζει την ουσία της διακονίας του στα γράμματα, όπως την είχε διαμορφώσει για τον εαυτό του:
Τὸ ἐπ᾿ ἐμοί, ἐνόσῳ ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σοφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε, νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, νὰ περιγράφω μετ᾿ ἔρωτος τὴν φύσιν, καὶ νὰ ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια Ἑλληνικὰ ἔθη.

Πολύ συγκινητικό και ιδιαίτερο είναι ένα ποίημα του έγραψε προς τη μητέρα του (1874), αναφερόμενος ίσως στον εαυτό του αποκαλυπτικά αλλά και προφητικά :

"Μάννα μου, εγώ 'μαι τ' άμοιρο, το σκοτεινό τρυγόνι
οπού το δέρνει ο άνεμος, βροχή που το πληγώνει.
Το δόλιο! όπου κι αν στραφεί κι απ' όπου κι αν περάσει,
δε βρίσκει πέτρα να σταθεί, κλωνάρι να πλαγιάσει.

Εγώ βαρκούλα μοναχή, βαρκούλ' αποδαρμένη
μέσα σε πέλαγο ανοιχτό, σε θάλασσ' αφρισμένη,
παλαίβω με τα κύματα χωρίς πανί, τιμόνι
κι άλλη δεν έχω άγκυρα πλην την ευχή σου μόνη.

Στην αγκαλιά σου τη γλυκιά, μανούλα μου, ν' αράξω
μες στο βαθύ το πέλαγο αυτό πριχού βουλιάξω.

Μανούλα μου, ήθελα να πάω, να φύγω, να μισέψω
του ριζικού μου από μακριά τη θύρα ν' αγναντέψω.
Στο θλιβερό βασίλειο της Μοίρας να πατήσω
κι εκεί να βρω τη μοίρα μου και να την ερωτήσω.

Να της ειπώ: είναι πολλά, σκληρά τα βασανά μου,
ωσάν το δίχτυ που σφαλνά θάλασσα, φύκια κι άμμο
είναι κι η τύχη μου σκληρή, σαν την ψυχή τη μαύρη
π' αρνήθηκε την Παναγιά κι οπώλεος (;) δεν θαύρει.

Κι εκείνη μ΄αποκρίθηκε κι εκείνη απελογήθη:
"Ήτον ανήλιαστη, άτυχε, η μέρα που γεννήθης
άλλοι επήραν τον ανθό και συ τη ρίζα πήρες
όντας σε έπλασ' ο Θεός δεν είχε άλλες μοίρες".

*

Δεν υπάρχουν σχόλια: